Subscribe Us

Advertisement

Η Ερωμένη του Κθούλου, το ποίημα



Κάθε που νύχτες σκαρφαλώνουν στο μπαλκόνι μου,
σαν ηρωίδες μαύρες μάγισσες αράχνες,
καλοσορίζω με ελπίδα την απόγνωση,
στις παγωμένες του μυαλού λιμνίσιες πάχνες.

Βγαλμένη βάναυσα απ τη θάλασσα μητέρα μου,
σπαργανωμένη δέρμα ανθρώπου στο κελί μου,
αναπολώ το αναρίγισμα το αθάνατο,
του Μέγα Κθούλου, του αιώνιου εραστή μου.

Κι αν μου σφαγιάσαν την ουρά, πτερά και βράγχια μου,
ακόμα εκείνου την αρμύρα ανασαίνω,
παίζω το ρόλο μου κακότεχνα κι ανέχομαι
τους θαυμαστές που με κοιτούν και κλαιν "πεθαίνω!".

Πέθανε, νέο παληκάρι, μπες στον τάφο σου,
για να μπορέσω μια στιγμή ξανά να νοιώσω,
κείνη την άγρια την απόλαυση του Έρωτα,
που καρτερώ με τη ζωή μου να πληρώσω.

Ίσως νεκρή, πτώμα πανέμορφο και κρύο,
με λυπηθεί ο νέος κύριος δεσμώτης μου,
και επιτρέψει να με πάρει ως τη θάλασσα
και να με αφήσει να βουλιάξω κάποιο πλοίο.

Τριανταφυλλιά Ηλιοπούλου, 27/ 10/ 2017

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια